Κωνσταντίνος Τσικλητήρας

Ηλίας Μπαζίνας
«Φίλαθλος», 17-12-1999

Είμαι ΠΕΡΗΦΑΝΟΣ για την εφετεινή ευχετήρια κάρτα της Γ.Γ.Α., που απεικονίζει, με τρόπο λιτό και έξοχα δραματικό τον ασύγκριτο σε αθλητική αξία και μεγαλείο ψυχής Κωνσταντίνο Τσικλητήρα, Ολυμπιονίκη του Λονδίνου και της Στοκχόλμης.

Ο Τσικλητήρας ήταν εντελώς έξω από τα δεδομένα της εποχής του σε αθλητικές προδιαγραφές. Φαινόμενο μοναδικό σε παγκόσμιο επίπεδος. Ανάλογα επιβλητική υπήρξε η στάση του απέναντι στο ΚΑΘΗΚΟΝ. Χάθηκε στους Βαλκανικούς πολέμους σε ηλικία 25 ετών. ΜΠΟΡΟΥΣΕ να είχε ΑΠΟΦΥΓΕΙ την στράτευση!

Τιμώντας τη μνήμη του, η ΓΓΑ στέλνει το μήνυμα ότι, για μας τους Έλληνες, το μέλλον είναι ακατανόητο χωρίς την διαρκή επαφή με το παρελθόν. Και ότι ο αθλητισμός δεν είναι μια αξία μονοσήμαντη αλλά μια ΣΤΑΣΗ ΖΩΗΣ. Ο καλός καγαθός, είναι ΕΛΛΗΝΙΚΟ πρότυπο, ζωντανό και σπουδαίο ΟΣΟ ΠΟΤΕ στον αιώνα, που έρχεται.


* * *

Κωνσταντίνος Τσικλητήρας - Ο ήρωας Ολυμπιονίκης

Θανάσης Κρεκούκιας
sport24.gr, 1-4-2008

Σαν σήμερα, πριν 96 χρόνια, την Πρωταπριλιά του 1912, ο μεγαλύτερος αθλητής στην ιστορία του ελληνικού στίβου, ο Κωνσταντίνος Τσικλητήρας, ισοφάρισε το παγκόσμιο ρεκόρ στο μήκος άνευ φοράς με άλμα στα 3.47 μέτρα. Λίγους μήνες αργότερα, στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Στοκχόλμης, ο Τσικλητήρας ανέβηκε στο ψηλότερο σκαλί του βάθρου, κατακτώντας το χρυσό μετάλλιο στο συγκεκριμένο άθλημα.Ποιός ήταν όμως ο άνθρωπος που πρόλαβε να κερδίσει τέσσερα Ολυμπιακά μετάλλια και να πάρει μέρος στους Βαλκανικούς πολέμους του 1912-13, πριν αφήσει την τελευταία του πνοή σε ηλικία μόλις 25 ετών; Το Sport24 κάνει μια μικρή αναδρομή στη ζωή ενός από τους θρύλους του ελληνικού αθλητισμού.

Πηδώντας την μάντρα


Ο Τσικλητήρας γεννήθηκε τον Οκτώβριο του 1888 στην Πύλο της Μεσσηνίας από εύπορη οικογένεια. Ο πατέρας του ήταν γιατρός και αποτελούσε εξέχον μέλος της τοπικής αριστοκρατίας. Από μικρός ο Τσικλητήρας έδειξε την κλίση του στον αθλητισμό και πρωταγωνιστούσε σε όλους τους αυτοσχέδιους αλλά και αργότερα στους μαθητικούς αγώνες σε διαφορετικά αγωνίσματα.

Διηγούνται πως πήδαγε τρία άλογα δεμένα μαζί και πως η πόρτα του σπιτιού του δεν τον έβλεπε ποτέ, αφού του άρεσε να μπαίνει μέσα πηδώντας πάνω από τη
μάντρα.

Στα 17 του ανέβηκε στην Αθήνα για να σπουδάσει οικονομικά στην Εμπορική Ακαδημία, αλλά τον απορρόφησε κυριολεκτικά ο αθλητισμός. Γράφτηκε στον Πανελλήνιο Γυμναστικό Σύλλογο και ακολούθησε την συμβουλή των προπονητών του να α
σχοληθεί αποκλειστικά με τα άλματα εις μήκος και εις ύψος άνευ φοράς.

Άρχισε εντατικές προπονήσεις ανεβάζοντας συνεχώς τις προσωπικές του επιδόσεις σε επίπεδα πλέον ανταγωνιστικά όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και διεθνώς. Ο Τσικλητήρας διέθετε πλούσια χαρίσματα, τόσο ως αθλητής, όσο και ως χαρακτήρας. «Σπάνιες οι ψυχικές του αρετές, έξοχες οι σωματομετρικές του ικανότητες», διαβάζουμε στην ιστορία του Πανελλήνιου Γ.Σ. Ήταν ψηλός – 1.90 μ. – με θαυμάσια αλτικότητα, που οφειλόταν στα δυνατά του πόδια και στο εκπληκτικό σπάσιμο της μέσης του.

Η βελτίωσή του συνεχίστηκε με ταχείς ρυθμούς, όμως η «τρέλα» του για τον αθλητισμό τον έσπρωξε και σε άλλα σπορ. Ασχολήθηκε περιστασιακά με το πόλο,
τον ακοντισμό και την πάλη, ενώ υπήρξε ο πρώτος τερματοφύλακας του Παναθηναϊκού (που ίδρυσε το 1908 ο συναθλητής του στον Πανελλήνιο Γεώργιος Καλαφάτης με την επωνυμία Ποδοσφαιρικός Όμιλος Αθηνών).

Οι πρώτες επιτυχίες

Το 1906 πήρε μέρος στους Πανελλήνιους αγώνες, κατακτώντας το χάλκινο μετάλλιο στο μήκος άνευ φοράς με άλμα 2.83μ. Ένα χρόνο αργότερα, το 1907, κέρδισε τρία χρυσά μετάλλια στους Πανιώνιους Αγώνες της Σμύρνης: στο άλμα εις ύψος με 1.65μ., στο ύψος άνευ φοράς με 1.40μ. και στο μήκος άνευ φοράς με 3.25μ.

Εκεί γνώρισε για πρώτη φορά την αποθέωση από τους θεατές και του απονεμήθηκε τιμητικά ο Χρυσός Σταυρός του Πανιωνίου. Το 1908 ήταν Ολυμπιακή χρονιά και ο Τσικλητήρας ήταν πλέον έτοιμος για την μεγαλύτερη πρόκληση της ζωής του: το βάθρο στην Ολυμπιάδα του Λονδίνου. Είχε ήδη πάρει μέρος στην Μεσολυμπιάδα των Αθηνών (το 1906), αλλά δεν τα είχε πάει καλά. Κατετάγη 6ος στο ύψος άνευ φοράς με 1.30μ. ενώ στο μήκος άνευ φοράς αποκλείστηκε στον προκριματικό.

Στους αγώνες της Αθήνας όμως είχε την ευκαιρία να παρατηρήσει προσεκτικά τις κινήσεις του Αμερικανού Ray Ewry, ήδη χρυσού Ολυμπιονίκη στο Παρί
σι (το 1900), στο Σεντ Λούις (το 1904) αλλά και στο Παναθηναϊκό Στάδιο, τόσο στο μήκος όσο και στο ύψος, αμφότερα άνευ φοράς.

Λονδίνο 1908 – τα δυο αργυρά

Ο Τσικλητήρας έφτασε στο Λονδίνο έχοντας ψηλώσει ακόμα περισσότερο (ήταν πλέον 1.92μ.) και έχοντας τελειοποιήσει την τεχνική του. Εκεί κατέκτησε δυο αργυρά μετάλλια: στο ύψος άνευ φοράς με 1.55μ. και στο μήκος άνευ φοράς με 3.25μ. Και στα δυο αθλήματα βρέθηκε πίσω από τον Ρέι Γιούρι, απόλυτο κυρίαρχο του ψηλότερου σκαλιού στο βάθρο.

Το γράμμα που στέλνει στους δικούς του στην Πύλο είναι ενδει
κτικό: «Το φέρω πολύ βαρέως που έχασα. Μα ήταν η πρώτη φορά που αγωνιζόμουν σε ξένη χώρα και είναι αλήθεια ότι σάστισα μόλις βρέθηκα στο στάδιο του Λονδίνου, ασφυκτικώς γεμάτο και ανάμεσα στους πανύψηλους συναθλητάς μου Αμερικανούς και Σουηδούς. Τώρα επήρα θάρρος, θα επιδοθώ με μεγαλύτερο ζήλο και είμαι βέβαιος ότι θα γίνω πρώτος Ολυμπιονίκης».

Εξίσου ενδεικτικό είναι και το κείμενο για τον Τσικλητήρα που στέλνει ο ανταποκριτής της εφημερίδας «Χρόνος» από το Λονδίνο, ο γνωστός λογοτέχνης Ζαχαρίας Παπαντωνίου: «...Είναι σώμα υψηλόν, λεπτόν, καλογραμμένο. Εις το σχέδιον του μελαχρινού προσώπου του, των μήλων, των ματιών, των χειλέων, του πώγωνος νομίζεις ότι επέρασεν ελαφρώς, ολίγον κοντύλι Γκύζη. Από πάνω ως κάτω ο νέος αυτός έχει ευγενεστ
άτην γραμμήν. Μελαχρινός, πολύ υψηλός σχετικώς με την νεότητα του, πόδια μεγάλα και λαστιχένια, ως σκύλου πόιντερ, σύμμετρον και χαριτωμένον σύνολον.

Το μόνον μειονέκτημά του είναι ότι δεν έχει, ακόμη, την αθλητικήν ανάπτυξιν που του χρειάζεται. Πολύ ολίγον έχει γυμνασθεί και είναι μάλλον αδύνατος. Αλλά η νίκη του εις το αγγλικόν στάδιον του έδειξε τον δρόμον και είναι αρκετά έξυπνος ώστε να μην τον χάσει. Από τώρα και εις το εξής πρέπει να ζει διαρκώς μέσα εις τα γυμναστήρια».

Στοκχόλμη 1912 – Το πολυπόθητο χρυσό

Τέσσερα χρόνια αργότερα ο Τσικλητήρας ξεκίνησε για τη Στοκχόλμη
, έχοντας σα μοναδικό στόχο το χρυσό. Πιο ώριμος αλλά και καλύτερα προετοιμασμένος από την προηγούμενη φορά, ο Έλληνας αθλητής που είχε πλέον συμπληρώσει τα 24 χρόνια, ήταν ολοκληρωτικά αφοσιωμένος στην επίτευξη του παιδικού του ονείρου.

Ήθελε να γίνει χρυσός Ολυμπιονίκης. Λίγους μήνες πριν, την Πρωταπριλιά του 1912, είχε ισοφαρίσει το παγκόσμιο ρεκόρ στο μήκος άνευ φοράς με επίδοση 3.47 μ. (Πανελλήνιο Πρωτάθλημα Στίβου στο Παναθηναϊκό Στάδιο). Στον Πειραιά, πριν επιβιβαστεί στο πλοίο για το μακρινό ταξίδι στη Σκανδιναβία, ο ποιητής Σπύρος Ματσούκας του παρέδωσε την ελληνική σημαία και του ανακοίνωσε ότι θα είναι σημαιοφόρος στην τελετή έναρξης. Ο Τσικλητήρας συγκινημένος, του υποσχέθηκε πως θα επιστρέψει νικητής. Και κράτησε την υπόσχεσή του.


Με άλμα στα 3.37 μ. στο μήκος άνευ φοράς και μετά από επική μάχη με τους Αμερικανούς αδελφούς Άνταμς, κέρδισε το χρυσό μετάλλιο και ανέβηκε στο ψηλότερο σκαλί του βάθρου. Συμπλήρωσε την θριαμβευτική του παρουσία κατακτώντας και το χάλκινο μετάλλιο στο ύψος άνευ φοράς με επίδοση 1.55 μ.

Ο ελληνικός Τύπος εξύμνησε τον Τσικλητήρα, η μεγαλύτερη όμως στιγμή για τον αθλητή της Πύλου, ήταν όταν επέστρεψε στην Αθήνα, στον σταθμό Λαρίσης, όπου του επιφυλάχθηκε αποθεωτική υποδοχή από χιλιάδες κόσμου που παραληρούσαν και ζητωκραύγαζαν όταν ο Τσικλητήρας σήκωσε ψηλά τα δυο μετάλλια δείχνοντάς τα σ
το συγκεντρωμένο πλήθος. Αμέσως μετά ο Έλληνας Ολυμπιονίκης χάθηκε στις αγκαλιές γνωστών και αγνώστων ζώντας τον απόλυτο θρίαμβο.

Το τέλος

Λίγους μήνες μετά την Ολυμπιάδα της Στοκχόλμης ξέσπασε ο Βαλκανικός πόλεμος. Ο Τσικλητήρας θεωρώντας ότι σαν Ολυμπιονίκης που ήταν, έπρεπε να δώσει πρώτος το καλό παράδειγμα, πήγε γραμμή στο γραφείο κατάταξης στην Καλαμάτα και δήλωσε παρών στο κάλεσμα της πατρίδας. Εκεί του πρότειναν να τον στείλουν στο Φρουραρχείο Αθηνών, αλλά αυτός αρνήθηκε.

Ζήτησε να πάει στο μέτωπο για να μην κατηγορηθεί πως απολάμβανε ευνοϊκής μεταχείρισης. Εκεί, στην πρώτη γραμμή, προσβλήθηκε λίγες εβδομάδες αργότερα από μηνιγγίτιδα. Ο πρίγκιπας Νικόλαος έδωσε εντολή για άμεση μεταφορά του αρρώστου στην πρωτεύουσα, ήταν όμως πολύ αργά.

Στις 10 Φεβρουαρίου του 1913 ο μεγάλος – από κάθε άποψη – ήρωας άφησε την τελευταία του πνοή στο νοσοκομείο. Στην κηδεία του τον συνόδευσαν χιλιάδες Αθηναίοι, ραίνοντας το φέρετρό του με μυρτιές, δάφνες και λουλούδια. Ήταν μόλις 25 ετών.

Οι τίτλοι του Ολυμπιονίκη


1ος – Ολυμπιακοί Αγώνες, Στοκχόλμη 1912 (μήκος άνευ φοράς: 3.37 μ.)
2ος – Ολυμπιακοί Αγώνες, Λονδίνο 1908 (μήκος άνευ φοράς: 3.25 μ.)
2ος – Ολυμπιακοί Αγώνες, Λονδίνο 1908 (ύψος άνευ φοράς: 1.55 μ.)
3ος – Ολυμπιακοί Αγώνες, Στοκχόλμη 1912 (ύψος άνευ φοράς: 1.55 μ.)
19 φορές Πρωταθλητής Ελλάδας, από το 1906 έως το 1913

Η μνήμη του Τσικλητήρα

Το 1963, ο Πανελλήνιος Γ.Σ. για να τιμήσει τη μνήμη του μεγάλο
υ αθλητή του, αποφάσισε την ετήσια διεξαγωγή ενός μίτινγκ στίβου, το οποίο ονόμασε «Τσικλητήρεια». Κάποια στιγμή το μίτινγκ σταμάτησε και αναβίωσε ξανά στα τέλη της δεκαετίας του ’90. Από το 1998 διεξάγεται ανελλιπώς και ανήκει στην κορυφαία κατηγορία αγώνων στίβου με την ονομασία «Athens Grand Prix Tsiklitiria».

Όσοι περάσετε από την Πύλο, μπορείτε να δείτε το πατρικό σπίτι του Τσικλητήρα και να θαυμάσετε το ύψος της μάντρας, την οποία πηδούσε καθημερινά για να μπει στο σπίτι του. Το σπίτι είναι σχεδόν ερειπωμένο, βλέπετε στην Ελλάδα συχνά δεν υπάρχει χώρος για τη μνήμη. Ευτυχώς που ο Πανελλήνιος Γ.Σ. διατήρησε ζωντανή την ανάμνηση του Κωστή Τσικλητήρα. Του «τέλειου μοντέλου αθλητή», όπως τον χαρακτήρισε μια βρετανική εφημερίδα το 1908, σημειώνοντας πως κάπως έτσι θα πρέπει να
ήταν οι αρχαίοι Έλληνες αθλητές που έπαιρναν μέρος στους Ολυμπιακούς Αγώνες.

Για το κείμενο αντλήσαμε στοιχεία και πληροφορίες από:

www.athletix.org
www.mlahanas.de
www.tsiklitiria.org
www.pylos.net
en.wikipedia.org
www.olympic-medallists.com
www.galanissportsdata.com

www.flickr.com
www.sport24.gr (από ένα παλαιότερο αφιέρωμα στα «Τσικλητήρεια» της Γιώτας Κουνάλη)


* * *

Κωνσταντίνος Τσικλητήρας (1888-1913)

sansimera.gr

Θρυλική μορφή του ελληνικού αθλητισμού, τέσσερις φορές Ολυμπιονίκης στα αγωνίσματα άνευ φοράς.
Γεννήθηκε στις 30 Οκτωβρίου 1896 στην Πύλο της Μεσσηνίας από εύπορη οικογένεια της περιοχής. Ο πατέρας του τον έστειλε στην Αθήνα για να σπουδάσει Οικονομικά, αλλά ο νεαρός Κωστής έδειξε μεγαλύτερο ενδιαφέρον για τον αθλητισμό. Γράφτηκε στον Πανελλήνιο Γυμναστικό Σύλλογο και το 1906 είχε την πρώτη επιτυχία, καθώς κατέκτησε την τρίτη θέση στο μήκος άνευ φοράς στους Πανελληνίους Αγώνες με επίδοση 2.83 μ. Αμέσως, όμως, έρχεται και η πρώτη απογοήτευση, όταν στους Μεσολυμπιακούς της Αθήνας, τον ίδιο χρόνο, κατετάγη 6ος στο ύψος άνευ φοράς με 1.30 μ, ενώ στο μήκος άνευ φοράς αποκλείστηκε στον προκριματικό.

Σφίγγει τα δόντια, δουλεύει σκληρά και το 1907 κατακτά τρία χρυσά μετάλλια στους Πανιώνιους Αγώνες της Σμύρνης: στο άλμα εις ύψος με 1.65 μ., στο ύψος άνευ φοράς με 1.40 μ. και στο μήκος άνευ φοράς με 3.14 μ. Την επόμενη χρονιά έρχεται η μεγάλη διάκριση στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Λονδίνου, όταν κερδίζει δύο αργυρά μετάλλια: στο ύψος άνευ φοράς με 1.55 μ. και στο μήκος άνευ φοράς με 3.25 μ.

Ο Τσικλητήρας ήταν ψηλός (1.92 μ.) με θαυμάσια αλτικότητα, που οφειλόταν στα δυνατά του πόδια και στο εκπληκτικό «σπάσιμο» της μέσης του. Ιδού, πως τον περιγράφει ο ανταποκριτής της εφημερίδας «Χρόνος» στο Λονδίνο και γνωστός λογοτέχνης Ζαχαρίας Παπαντωνίου: «...Είνε σώμα υψηλόν, λεπτόν, καλογραμμένον. Εις το σχέδιον του μελαχροινού προσώπου του, των μήλων, των ματιών, των χειλέων, του πώγωνος νομίζεις ότι επέρασεν, ελαφρώς, ολίγον κοντύλι Γκύζη. Από πάνω ως κάτω ο νέος αυτός έχει ευγενεστάτην γραμμήν. Μελαχροινός, πολύ υψηλός σχετικώς με τη νεότητά του, πόδια μεγάλα και λαστιχένια, ως σκύλου πόιντερ, σύμμετρον και χαριτωμένον σύνολον. Το μόνον μειονέκτημά του είνε ότι δεν έχει, ακόμη, την αθλητικήν ανάπτυξιν που του χρειάζεται. Πολύ ολίγον έχει γυμνασθή και είνε μάλλον αδύνατος. Αλλά η νίκη του εις το αγγλικόν στάδιον του έδειξε τον δρόμον και είνε αρκετά έξυπνος ώστε να μη τον χάση. Από τώρα και εις το εξής πρέπει να ζη διαρκώς μέσα εις τα γυμναστήρια».

Ο Τσικλητήρας επανέλαβε το κατόρθωμα του Λονδίνου τέσσερα χρόνια αργότερα. Στους Ολυμπιακούς της Στοκχόλμης το 1912 κέρδισε χρυσό μετάλλιο στο μήκος άνευ φοράς με 3.37 μ. (παγκόσμιο ρεκόρ του ιδίου με 3.47 μ. από την 1η Απριλίου) και χάλκινο στο ύψος άνευ φοράς με 1.55 μ., αφού χρειάστηκε να δώσει σκληρή μάχη και στα δύο αγωνίσματα με τους αδελφούς Άνταμς από τις ΗΠΑ. Ο Τσικλητήρας επέστρεψε τροπαιούχος στην Αθήνα, όπου του επιφυλάχθηκε αποθεωτική υποδοχή, ενώ διθυραμβικά ήταν και τα σχόλια του Τύπου.

Δύο μήνες μετά τον θρίαμβο της Στοκχόλμης ξεσπά ο Α' Βαλκανικός Πόλεμος (4 Οκτωβρίου 1912) και ο Τσικλητήρας στρατεύεται. Του προτείνουν να παραμείνει στο Φρουραρχείο Αθηνών, αλλά αυτός αρνείται. Θέλει να πάει στο μέτωπο για να μην κατηγορηθεί για ευνοϊκή μεταχείριση. Εκεί στην πρώτη γραμμή προσβλήθηκε από μηνιγγίτιδα και άφησε την τελευταία του πνοή στις 10 Φεβρουαρίου 1913. Ήταν μόλις 25 ετών. Προς τιμήν του, ο Πανελλήνιος διοργανώνει από το 1963 συνάντηση στίβου με την επωνυμία «Τα Τσικλητήρεια».

Ο Τσικλητήρας, εκτός από τη μεγάλη του αγάπη για τον στίβο, γοητεύτηκε από το ποδόσφαιρο, ένα νέο άθλημα, που συνέπαιρνε τους νεαρούς της εποχής του. Έπαιξε τερματοφύλακας στον Ποδοσφαιρικό Όμιλο Αθηνών (ΠΟΑ), που ίδρυσε ο συναθλητής του στον Πανελλήνιο Γεώργιος Καλαφάτης και το 1924 μετονομάσθηκε σε Παναθηναϊκό Αθλητικό Όμιλο (ΠΑΟ).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου